εσύ να γίνεις ποιητής
κι άσε τους άλλους χαμερπείς
να σκύβουμε κεφάλι
Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011
Κυριακή 27 Φεβρουαρίου 2011
εν οίκω εν δήμω
εν οίκω
βιβλία διαμελισμένα
βινύλια ξεκοιλιασμένα
φωτογραφίες μισοσκισμένες
κορνίζες σπασμένες
συνθήματα ακαταλαβίστικα
στους τοίχους
από μαρκαδόρους
σε μωρού το χέρι
εν δήμω
αγάλματα σπασμένα
μουσεία λεηλατημένα
μνήμες διακορευμένες
βιβλιοθήκες βανδαλισμένες
συνθήματα ακαταλαβίστικα
στους τοίχους
χρωματισμένα έρωτα
από νέου χέρι
α!
ξεκινάει ταξίδι νέα γενιά
καίει τ' αγριόχορτα στο μονοπάτι
γκρεμίζει τείχη κι οχυρά
ώσπου
καθάριος μπρος της εμφανίζεται ο δρόμος
σαν
έτοιμη από καιρό αφήνει τα δικά της χνάρια
να περιμένουν την επόμενη για να τα σβήσει
κι αλίμονο σ' εκείνη τη γενιά
που άκοπα στα ίχνη της προηγούμενης θα βαδίσει
αλίμονο
εν τέλει είναι βέβαιο
αυτό της το ταξίδι πως θα λήξει...
βιβλία διαμελισμένα
βινύλια ξεκοιλιασμένα
φωτογραφίες μισοσκισμένες
κορνίζες σπασμένες
συνθήματα ακαταλαβίστικα
στους τοίχους
από μαρκαδόρους
σε μωρού το χέρι
εν δήμω
αγάλματα σπασμένα
μουσεία λεηλατημένα
μνήμες διακορευμένες
βιβλιοθήκες βανδαλισμένες
συνθήματα ακαταλαβίστικα
στους τοίχους
χρωματισμένα έρωτα
από νέου χέρι
α!
ξεκινάει ταξίδι νέα γενιά
καίει τ' αγριόχορτα στο μονοπάτι
γκρεμίζει τείχη κι οχυρά
ώσπου
καθάριος μπρος της εμφανίζεται ο δρόμος
σαν
έτοιμη από καιρό αφήνει τα δικά της χνάρια
να περιμένουν την επόμενη για να τα σβήσει
κι αλίμονο σ' εκείνη τη γενιά
που άκοπα στα ίχνη της προηγούμενης θα βαδίσει
αλίμονο
εν τέλει είναι βέβαιο
αυτό της το ταξίδι πως θα λήξει...
Σάββατο 26 Φεβρουαρίου 2011
γεροντική ανία
θυμάσαι τα γλέντια τα παλιά;
ναι, μα τώρα γέρασα
γιόμισε η κοιλιά
και δε μπορώ μηδέ απ' τον καναπέ
να σηκωθώ ο φουκαράς
ναι, μα τώρα γέρασα
γιόμισε η κοιλιά
και δε μπορώ μηδέ απ' τον καναπέ
να σηκωθώ ο φουκαράς
Σάββατο 19 Φεβρουαρίου 2011
καλοκαιρινό μοιρολόι
καλοκαιράκι κουτρουβαλάει στην κατηφόρα
γυμνό ξυπόλητο
φέτα ψωμί με ζάχαρη κρατάει στα χέρια
ο πατέρας χάθηκε στα ξένα
η μάνα πλένει αναστενάζοντας
ασπρόρουχα στη στέρνα
λευκό περιστέρι φέρνει στο σπίτι ο παππούς
κοκκινισμένο από το αίμα
σιγά μην τόδει ο χωροφύλακας
έχει μια κόρη βόηθα παναγιά
και μια γυναίκα με καλή καρδιά
προσφυγοπούλα από την ιωνία
καλοκαιράκι ντάλα ο ήλιος
ολόγυρα καυτό καμίνι
σίδηρο ακατέργαστο ο νους
μα ο σιδεράς τεμπέλης
ξεπούλησε το αμόνι
και λέγει πως αναδουλειά
για τούτο φταίνε οι γύφτοι
αυτοί σταυρώσαν το χριστό
αυτοί εφτιάξαν τα καρφιά
α ρε γιαγιά που νάσαι πια
να μου ξηγήσεις γιατί να μεγαλώνεις
καλοκαιράκι με λίγη υπομονή
μετά από χειμώνες πάλι να περιμένεις
α ρε γιαγιά
σαν απ' το χώμα το απαλό
μετά από χρόνια σε ξεσκέπασα
δυο κοκαλάκια φυλαχτά
βρήκα και κράτησα
έτσι να σε βαστώ
μην και μου ξαναφύγεις
όλα τα άλλα είχανε λιώσει
α ρε γιαγιά που νάσαι πια
να μου ξηγήσεις
γιατί στο παραμύθι σου ποτέ δε μεγαλώνω
γιατί στο μοιρολόι σου
που τραγουδούσες εκείνο το απόγευμα
ο θάνατος δεν είναι εχθρός
μα της ζωής ο αιώνιος σύντροφος
γυμνό ξυπόλητο
φέτα ψωμί με ζάχαρη κρατάει στα χέρια
ο πατέρας χάθηκε στα ξένα
η μάνα πλένει αναστενάζοντας
ασπρόρουχα στη στέρνα
λευκό περιστέρι φέρνει στο σπίτι ο παππούς
κοκκινισμένο από το αίμα
σιγά μην τόδει ο χωροφύλακας
έχει μια κόρη βόηθα παναγιά
και μια γυναίκα με καλή καρδιά
προσφυγοπούλα από την ιωνία
καλοκαιράκι ντάλα ο ήλιος
ολόγυρα καυτό καμίνι
σίδηρο ακατέργαστο ο νους
μα ο σιδεράς τεμπέλης
ξεπούλησε το αμόνι
και λέγει πως αναδουλειά
για τούτο φταίνε οι γύφτοι
αυτοί σταυρώσαν το χριστό
αυτοί εφτιάξαν τα καρφιά
α ρε γιαγιά που νάσαι πια
να μου ξηγήσεις γιατί να μεγαλώνεις
καλοκαιράκι με λίγη υπομονή
μετά από χειμώνες πάλι να περιμένεις
α ρε γιαγιά
σαν απ' το χώμα το απαλό
μετά από χρόνια σε ξεσκέπασα
δυο κοκαλάκια φυλαχτά
βρήκα και κράτησα
έτσι να σε βαστώ
μην και μου ξαναφύγεις
όλα τα άλλα είχανε λιώσει
α ρε γιαγιά που νάσαι πια
να μου ξηγήσεις
γιατί στο παραμύθι σου ποτέ δε μεγαλώνω
γιατί στο μοιρολόι σου
που τραγουδούσες εκείνο το απόγευμα
ο θάνατος δεν είναι εχθρός
μα της ζωής ο αιώνιος σύντροφος
ρεμπέτ ασκέρι
η μαρικούλα τραγουδάει στο πάλκο
τι μοναστήρι τι τεκές
η λιτανεία του αγίου έχει αρχίσει
και νάσου κάνουν όλοι προσευχές
μα κάτι μάγκες έχουνε γίνει
σπάνε ποτήρια γυαλικά
και δεν αργεί
να σπάει ο ένας στο κεφάλι
του άλλου καρεκλιές
για μια κουβέντα
παρεξήγηση να λες
κι η μαρικούλα απά στο πάλκο
τι μοναστήρι τι τεκές
να τραγουδάει τις φωτιές
καίγομαι καίγομαι
βάλε κι άλλο λάδι στη φωτιά
ήλιος να γίνω
να ρίξω φως στη σκοτεινιά
τι μοναστήρι τι τεκές
η λιτανεία του αγίου έχει αρχίσει
και νάσου κάνουν όλοι προσευχές
μα κάτι μάγκες έχουνε γίνει
σπάνε ποτήρια γυαλικά
και δεν αργεί
να σπάει ο ένας στο κεφάλι
του άλλου καρεκλιές
για μια κουβέντα
παρεξήγηση να λες
κι η μαρικούλα απά στο πάλκο
τι μοναστήρι τι τεκές
να τραγουδάει τις φωτιές
καίγομαι καίγομαι
βάλε κι άλλο λάδι στη φωτιά
ήλιος να γίνω
να ρίξω φως στη σκοτεινιά
Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου 2011
η τελευταία πράξη
κατεβαίνουμε σιγά σιγά το μονοπάτι
βλέπουμε ως κάτω τα ριζά του λόφου
σουρουπώνει το φως λιγοστεύει
σφίγγεται η καρδιά
μη δεν προφτάσουμε
η συνάντηση είναι τα μεσάνυχτα
θέλουμε τρεις ώρες ακόμα
και το κατέβασμα γίνεται επικίνδυνο
σιώπα κουράγιο
φωνάζουμε ο ένας του άλλου με τα μάτια
μην προδωθούμε άθελα
τρεις νοματαίοι τρία ντουφέκια τρεις σφαίρες
μια για τον καθένα μην τύχει...
τρεις μέρες νηστικοί μόνο νερό
καταραμένο τρία νάσουνα έστω τέσσερα
αγάντα λίγο ακόμη
ως το ζεστό ψωμί
γλυκό κρασί και μια κουβέντα
να φτάσουμε μονάχα
να ξαποστάσουμε έστω για λίγο
προτού πιαστούμε ν' ανασάνουμε
βλέπουμε ως κάτω τα ριζά του λόφου
σουρουπώνει το φως λιγοστεύει
σφίγγεται η καρδιά
μη δεν προφτάσουμε
η συνάντηση είναι τα μεσάνυχτα
θέλουμε τρεις ώρες ακόμα
και το κατέβασμα γίνεται επικίνδυνο
σιώπα κουράγιο
φωνάζουμε ο ένας του άλλου με τα μάτια
μην προδωθούμε άθελα
τρεις νοματαίοι τρία ντουφέκια τρεις σφαίρες
μια για τον καθένα μην τύχει...
τρεις μέρες νηστικοί μόνο νερό
καταραμένο τρία νάσουνα έστω τέσσερα
αγάντα λίγο ακόμη
ως το ζεστό ψωμί
γλυκό κρασί και μια κουβέντα
να φτάσουμε μονάχα
να ξαποστάσουμε έστω για λίγο
προτού πιαστούμε ν' ανασάνουμε
Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2011
εβδομαδιαίο ημερολόγιο
ημέρα πρώτη
πέθανε ο πατέρας
ημέρα δεύτερη
έφυγε ο παππούς
ημέρα τρίτη
χάθηκε η γιαγιά
ημέρα τέταρτη
ταξίδεψε η θεία
ημέρα πέμπτη
είπε γειά ο φίλος
ημέρα έκτη
έκλεισε τα μάτια η μάνα
ημέρα έβδομη
φόρεσε τα καλά του
βγήκε σεριάνι κυριακής
είχε τόσο πόνο η βδομάδα
εδικαιούτο μιας μικρής απολαβής
πέθανε ο πατέρας
ημέρα δεύτερη
έφυγε ο παππούς
ημέρα τρίτη
χάθηκε η γιαγιά
ημέρα τέταρτη
ταξίδεψε η θεία
ημέρα πέμπτη
είπε γειά ο φίλος
ημέρα έκτη
έκλεισε τα μάτια η μάνα
ημέρα έβδομη
φόρεσε τα καλά του
βγήκε σεριάνι κυριακής
είχε τόσο πόνο η βδομάδα
εδικαιούτο μιας μικρής απολαβής
ε! συ
ε! συ
για κοίτα με στα μάτια
πες μου αλήθεια!
πούθε κρυβόσουνα τόσο καιρό;
ήρθε η ώρα
δες το πλήθος περιμένει
η ελπίδα λιγοστεύει
η πίστη περισσεύει
η νύχτα ρίχνει σεντόνι σκοτεινό
ήρθε η ώρα
φανέρωσε λοιπόν το μυστικό
πες μας θα μείνεις;
ή πάλι θα φύγεις;
γιατί δακρύζεις;
α! με τσαντίζεις
άμε στο διάβολο αποδώ
για κοίτα με στα μάτια
πες μου αλήθεια!
πούθε κρυβόσουνα τόσο καιρό;
ήρθε η ώρα
δες το πλήθος περιμένει
η ελπίδα λιγοστεύει
η πίστη περισσεύει
η νύχτα ρίχνει σεντόνι σκοτεινό
ήρθε η ώρα
φανέρωσε λοιπόν το μυστικό
πες μας θα μείνεις;
ή πάλι θα φύγεις;
γιατί δακρύζεις;
α! με τσαντίζεις
άμε στο διάβολο αποδώ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)